ἐπιβλέποντα

ἐπιβλέποντα
ἐπιβλέπω
look upon
pres part act neut nom/voc/acc pl
ἐπιβλέπω
look upon
pres part act masc acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Ελλάδα - Δίκαιο (Αρχαιότητα και Βυζάντιο) — ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΔΙΚΑΙΟ Το ελληνικό δίκαιο συνδέεται με την εξέλιξη και την ακμή της πόλης στην αρχαιότητα. Οι πολιτειακές μεταβολές και κυρίως η γένεση, η άνθηση και η πορεία της δημοκρατίας στο χρόνο ορίζουν την έννοια, το εύρος, το περιεχόμενο και τα …   Dictionary of Greek

  • Καλντερόν, Αλμπέρτο — (Alberto P. Calderon, Μεντόζα 1920 – 1998). Αργεντινός μαθηματικός και μηχανικός. Αποφοίτησε από τη σχολή πολιτικών μηχανικών του πανεπιστημίου της Μεντόζα, στην Αργεντινή, το 1947. Ξεκίνησε την πανεπιστημιακή του καριέρα ως βοηθός στην έδρα της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”